Στο βιβλίο της Ειρήνης Γενειατάκη-Αρβανιτίδου: Η μικρή μας αυλαία. «Σμυρνιωτάκης», Αθήνα χ.χ., προσφέρεται μια πληθώρα έργων για Θέατρο Σκιών (σελ. 109-182: «Ενδεικτικά σενάρια για το νηπιαγωγείο και τις μικρές τάξεις δημοτικού»). Πρόκειται για «παραμυθοτράγουδα και μυθοποιήματα, που περιέχονται στις διάφορες συλλογές λογοτεχνίας για παιδιά, καθώς και στα λαϊκά-δημοτικά μας τραγούδια και ποιήματα».

Οι τίτλοι αυτών των έργων έχουν ως εξής: 1. Η φαντασμένη γάτα, 2. Ο σκύλος και η γάτα αλευρομούρηδες, 3. Το φόρεμα της αλεπούς, 4. Ο ταχυδρόμος κι ο Γιωργάκης, 5. Η περιπέτεια του ψαλιδωτού, 6. Η κότα πάει να παραθερίσει, 7. Ο ακατάστατος, 8. Ο λαγός και η γάτα μαθαίνουν γράμματα, 9. Η απροσεξία, 10. Η κότα και το φασόλι, 11. Η αλεπού δασκάλα, 12. Γιατί το έλατο, το πεύκο και ο κέδρος κρατούν τα φύλλα τους το χειμώνα!, 13. Η γκρινιάρα γριά, 14. Ο κόκκορας παντρεύεται, 15. Ταξίδι στην Αθήνα, 16. Ο σερβιτόρος, 17. Η λύρα του γέρο Νικολό, 18. Η μαγική φλογέρα.

Παραθέτουμε εδώ το υπ’ αριθμό 10 έργο:


Η κότα και το φασόλι
(Έμμετρη διασκευή)
 (Σκηνικό κήπου)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Στον κήπο πίσω απ’ την αυλή
                   έβοσκε κότα πλουμιστή
                   και της πέφτει μάνι-μάνι
                   ένα φασόλι στο κεφάλι.
                   Και τρομάζει η κακομοίρα
                   και τα κάκαρα αρχινά,
                   γιατί ενόμισε πως πέφτει
                   ο ουρανός από ψηλά.
ΚΟΤΑ:         Παναγιά μου, τι είναι τούτο
                   το μεγάλο το κακό,
                   να μου έρθει στο κεφάλι
                   από ψηλά ο ουρανός;
                   Σίγουρα πρέπει να τρέξω
                   να το πω στο βασιλιά,
                   μήπως και γλιτώσει η χώρα
                   τα παιδιά, τα ζωντανά.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Δρόμο παίρνει, δρόμο αφήνει
                   κι όπως πήγαινε πιο κει,
                   κάποια πάπια ανταμώνει
                   άσπρη-άσπρη, στρουμπουλή.
ΠΑΠΙΑ:         Για πού τρέχεις, φιλενάδα,
                   και γιατί είσαι βιαστική;
                   Τι έπαθες και κακαρίζεις
                   σαν τρελή και παλαβή;
ΚΟΤΑ:          Φίλη μου, τι να σου λέω,
                   κάτω πέφτει ο ουρανός
                   και στο βασιλιά μας τρέχω
                   γρήγορα να του το πω.
ΠΑΠΙΑ:         Ποπό, Θε μου συμφορά μας!
                   Έρχομαι κι εγώ μαζί,
                   να περάσουμε το δάσος,
                   μη φοβάσαι μοναχή.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Δρόμο παίρνουν, δρόμο αφήνουν
                   κι όπως πήγαιναν πιο κει,
                   κάποια χήνα ανταμώσαν
                   πούρχονταν καμαρωτή.
ΧΗΝΑ:          Τι συμβαίνει, φιλενάδες;
                   Για πού πάτε βιαστικές
                   και σηκώσατε το δάσος
                   με τις άγριες φωνές;
ΠΑΠΙΑ:         Χήνα μου, τι να σου λέμε!
                   Πέφτει ο ουρανός μαθές
                   και στο βασιλιά μας πάμε
                   να το πούμε βιαστικές.
ΧΗΝΑ:          Ποπό! Θε μου, συμφορά μας!
                   Έρχομαι κι εγώ μαζί,
                   να προλάβουμε κι οι τρεις μας,
                   να γλιτώσουμε τη γη.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Κι όπως έτρεχαν οι τρεις τους
                   συναντάνε μια αλεπού
                   που τις ρώτησε με γλύκα:
ΑΛΕΠΟΥ:      Φίλες μου καλές, για πού;
ΧΗΝΑ:          Φίλη μου, τι να σου λέμε!
                   Πέφτει ο ουρανός γοργά
                   κι εμείς πάμε να το πούμε
                   βιαστικά στο βασιλιά.
ΑΛΕΠΟΥ:      Ποπό! Θε μου, συμφορά μας
                   κι είναι ο βασιλιάς μακριά!
                   Σίγουρα πρέπει να βρούμε
                   άλλο δρόμο πιο κοντά.
ΚΟΤΑ:          Ίσως έχεις, φίλη, δίκιο,
                   μα δεν ξέρουμε καλά
                   όλα τούτα δω τα μέρη
                   κι ο καιρός δεν καρτερά.
ΑΛΕΠΟΥ:      Μμμ, σταθείτε και θυμάμαι
                   ότι κάπου εδώ κοντά
                   έχει το βουνό μια τρύπα
                   που απέναντι περνά.
ΠΑΠΙΑ:        Τότε πάμε μάνι-μάνι
                   πριν να πέσει ο ουρανός
                   και χαλάσει ο κόσμος όλος
                   και γινούν όλα καπνός.
ΑΛΕΠΟΥ:      Να, εκεί κοντά είν’ η τρύπα!
                   Μπάτε, φίλες, στη σειρά,
                   μία-μία να περνάτε,
                   γιατί είν’ λίγο στενά.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Και σαν έφυγαν οι φίλες
                   ξερογλείφτηκε η Μαριώ,
                   που της έστειλε η τύχη
                   πάπια, χήνα και κοκό.
ΑΛΕΠΟΥ:      Αχ, Θεέ μου, πόση τύχη
                   είχα σήμερα, παιδιά,
                   την κοιλιά μου μια βδομάδα
                   θα χορταίνω για καλά.
                   Απ’ τη χήνα λέω ν’ αρχίσω
                   και στην πάπια πάω μετά
                   κι ύστερα την κότα τρώω,
                   ποπό! Θε μου, τι καλά!
                   Όμως τι τα κουβεντιάζω;
                   Τρέχω αμέσως βιαστικά
                   μες στην τρύπα να τις κλείσω,
                   να τις τρώω με τη σειρά. (Φεύγει).
ΣΚΥΛΟΣ:      Φίλοι μου, αν δεν κάνω λάθος,
                   κάπου είδα μια αλεπού.
                   Ξέρετε μήπως πού πάει
                   και τι έχει κατά νου;
                   (Τα παιδιά διηγούνται).
ΣΚΥΛΟΣ:      Αχ, Θεέ μου! Τρέχω αμέσως
                   να προλάβω το κακό
                   κι ένα μάθημα να δώσω
                   στην πονήρω τη Μαριώ.
(Αρχίζει ένα κυνηγητό με γαυγίσματα του σκύλου και την αλεπού να τρέχει πότε από εδώ πότε από κει. Μετά από λίγο:).
ΣΚΥΛΟΣ:      Αχ! Μου ξέφυγε η πονήρω,
                   μα την έφτιαξα καλά.
                   Της εδάγκωσα τη μούρη,
                   τα αυτιά και την ουρά.
                   Πάω τώρα να φωνάξω
                   χήνα, πάπια και κοκό,
                   μην τις βρει μέσα στην τρύπα
                   και μας βρει κι άλλο κακό.
                   Α! μα έρχονται, νομίζω,
                   κουνιστές καμαρωτές. (μπαίνουν)
                   Φίλες μου, τι σας συμβαίνει;
                   Τι επάθατε μαθές;
ΚΟΤΑ:          Περιπέτεια μεγάλη
                   μες στην τρύπα του βουνού
                   είχαμε, καλέ μας φίλε,
                   απ’ την πονηρή αλεπού.
ΣΚΥΛΟΣ:      Μμμ, την πρόλαβα την άθλια
                   και τη δάγκωσα γερά,
                   και δεν θα ξαναπεράσει
                   άλλο από εδώ κοντά.
ΧΗΝΑ:          Μπράβο, φίλε μας σπουδαίε,
                   και τρανό λαγωνικό.
                   Η περίπτωση αξίζει
                   να αρχίσουμε χορό.
(Παίζει μουσική και χορεύουν λίγο. Σταματά η μουσική και συνεχίζει ο αφηγητής).
ΑΦΗΓΗΤΗΣ: Και χορέψανε με κέφι
                   απ’ το βράδυ ως το πρωί
                   και θαρρώ πως πρέπει, φίλοι,
                   να χορέψετε κι εσείς.
(Συνεχίζει η μουσική και χορεύουν όλοι μαζί. Τα παιδιά κάτω και οι κούκλες επάνω στη σκηνή).
Make a Free Website with Yola.